Τα τελευταία 20 χρόνια, σημαντικό τμήμα των ωκεανών του πλανήτη έχει αρχίσει να χάνει τη φωτεινότητά του, εξέλιξη που, σύμφωνα με επιστημονικές μελέτες, μπορεί να επιφέρει σοβαρές συνέπειες στα θαλάσσια οικοσυστήματα σε παγκόσμια κλίμακα.
Αξιοποιώντας δορυφορικές παρατηρήσεις και προηγμένα υπολογιστικά εργαλεία, ερευνητές διαπίστωσαν ότι περισσότερο από το 20% των ωκεανών έγινε αισθητά πιο σκοτεινό την περίοδο 2003-2022. Το φαινόμενο περιορίζει την περιοχή όπου μπορεί να υπάρξει ζωή που βασίζεται στο ηλιακό φως, όπως το φυτοπλαγκτόν και άλλα βασικά είδη του θαλάσσιου τροφικού πλέγματος.
Η έκταση που επηρεάζεται υπολογίζεται σε 75 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα —δηλαδή περιοχή συγκρίσιμη με την επιφάνεια της Ευρώπης, της Αφρικής, της Κίνας και της Βόρειας Αμερικής μαζί— επηρεάζοντας το στρώμα του ωκεανού όπου κατοικεί η συντριπτική πλειοψηφία των θαλάσσιων ειδών.
Ο δρ. Τόμας Ντέιβις, ειδικός στην περιβαλλοντική επιστήμη των θαλασσών από το Πανεπιστήμιο του Πλίμουθ, περιγράφει το φαινόμενο ως “σοβαρό λόγο ανησυχίας”, τονίζοντας τις πιθανές συνέπειες για τη θαλάσσια βιοποικιλότητα, τα αποθέματα αλιείας και τις διεργασίες που σχετίζονται με τον κύκλο του άνθρακα και των θρεπτικών συστατικών στους ωκεανούς.
Η ζωή στους ωκεανούς ευδοκιμεί κυρίως στη λεγόμενη «ευφωτική ζώνη», δηλαδή τα ανώτερα στρώματα νερού που φωτίζονται επαρκώς για να λάβει χώρα η φωτοσύνθεση. Αν και το φως μπορεί να διαπεράσει μέχρι και 1.000 μέτρα, η πρακτική ζώνη δράσης περιορίζεται στα πρώτα 200 μέτρα.
Εκεί δραστηριοποιούνται μικροσκοπικοί φωτοσυνθετικοί οργανισμοί —το φυτοπλαγκτόν— που αποτελούν τη βάση σχεδόν κάθε θαλάσσιας τροφικής αλυσίδας και συνεισφέρουν περίπου το 50% του οξυγόνου του πλανήτη. Η συρρίκνωση αυτής της φωτεινής ζώνης έχει άμεσο αντίκτυπο σε πλήθος οργανισμών που βασίζονται σε αυτήν για τροφή, κυνήγι και αναπαραγωγή.
Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Global Change Biology, βασίστηκε σε ειδικό αλγόριθμο που μετρά τη διαπερατότητα του φωτός στο νερό. Σύμφωνα με τα στοιχεία, στο 21% των ωκεάνιων εκτάσεων το βάθος της ευφωτικής ζώνης μειώθηκε κατά 50 μέτρα, ενώ στο 2,6% η μείωση ξεπέρασε τα 100 μέτρα.
Η αιτία αυτής της μείωσης της διαφάνειας δεν είναι απόλυτα ξεκάθαρη, αν και η εμφάνιση του φαινομένου σε παράκτιες περιοχές σχετίζεται με την άνοδο κρύων, πλούσιων σε θρεπτικά ύδατα ή την είσοδο φερτών υλικών από την ξηρά μέσω βροχοπτώσεων. Σε ανοιχτές θάλασσες, όμως, πιθανότατα συνδέεται με την υπερθέρμανση του πλανήτη και μεταβολές στην ωκεάνια κυκλοφορία.
Ο Νότιος Ωκεανός και περιοχές κοντά στο Ρεύμα του Κόλπου εμφανίζουν σημαντικά σκοτείνιασμα, σύμφωνα με τον δρ. Ντέιβις, καθώς επηρεάζονται από τη μεταβολή της θερμοκρασίας και των ωκεάνιων ρευμάτων λόγω της κλιματικής αλλαγής.
Αξιοσημείωτο είναι πως, σε αντίθεση με την κυρίαρχη τάση, περίπου το 10% των ωκεανών παρουσίασε αύξηση της φωτεινότητας —όπως μια μεγάλη περιοχή στα ανοιχτά της δυτικής Ιρλανδίας. Ωστόσο, σε μεγαλύτερη απόσταση από την ακτογραμμή, ακόμα κι αυτές οι περιοχές παρουσίασαν σκοτείνιασμα.
«Το φως είναι ζωτικής σημασίας για τη θαλάσσια ζωή. Επηρεάζει την αναπαραγωγή, τη συμπεριφορά κυνηγιού, τη μετανάστευση. Όταν το φως μειώνεται, οι οργανισμοί αναγκάζονται να κινηθούν πιο κοντά στην επιφάνεια, με αποτέλεσμα να αυξάνεται ο ανταγωνισμός και να περιορίζεται ο ζωτικός τους χώρος», εξηγεί ο Ντέιβις.
Ο καθηγητής Όλιβερ Τζιλίνσκι, διευθυντής του Ινστιτούτου Leibniz στη Γερμανία, συμφωνεί: «Η σκίαση των ωκεανών απειλεί την ισορροπία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων, διαταράσσει τα τροφικά δίκτυα και υπονομεύει τη δυνατότητα του ωκεανού να στηρίξει τη ζωή και να ρυθμίζει το παγκόσμιο κλίμα». Οι παράκτιες περιοχές, εξαιτίας της άμεσης γειτνίασής τους με την ανθρώπινη δραστηριότητα, είναι ιδιαίτερα ευάλωτες και η προστασία τους είναι κρίσιμη για τη διατήρηση της θαλάσσιας οικολογίας και της ανθρώπινης ευημερίας.
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr