Μία από τις πιο γνωστές μορφές του 1821 είναι ο Ιμπραήμ Πασάς. Ήταν ο Οθωμανός στρατηγός που το 1824-1825 ανέλαβε, για λογαριασμό του Σουλτάνου Μαχμούτ Β’, να καταπνίξει την επανάσταση στην Πελοπόννησο και συνέδεσε το όνομά του με θηριωδίες και καταστροφές.
Είχε εκπαιδευτεί με βάση τα ευρωπαϊκά στρατιωτικά πρότυπα και θεωρείτο εξαιρετικά ικανός στρατηγός. Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές, ήταν βίαιος και αδίστακτος, καθώς συνήθιζε να εφαρμόζει τη μέθοδο του ψυχολογικού πολέμου, σε μια εποχή που δεν είχε καθιερωθεί ως όρος στην επιστήμη.
Φοβέριζε και απειλούσε με θάνατο όλους όσοι του αντιστέκονταν και επιβράβευε με αξιώματα εκείνους που τον προσκυνούσαν και δήλωναν υποταγή. Αυτές οι μέθοδοι ώθησαν τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη να περάσει στην αντεπίθεση και να απαντήσει με το περίφημο “Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους!“.
Με τη φράση αυτή εννοούσε ότι δεν θα δεχθεί κανένας Έλληνας να προσκυνήσει τον Ιμπραήμ, για να σωθεί, όπως έδειξε και στην περίπτωση του οπλαρχηγού Δημήτριου Νενέκου, τον οποίο εξόντωσε.
Όπως αναφέρει ο διδάκτωρ ιστορίας, Τάσος Χατζηαναστασίου, ο Γέρος του Μοριά έστειλε μήνυμα σε όλη την Πελοπόννησο, απειλώντας ο ίδιος τους Έλληνες ότι “εάν υπογράψετε τα προσκυνοχάρτια επειδή φοβάστε, να φοβάστε κι εμάς, γιατί θα σας κάψουμε το σπίτι“.
Ο χαρακτήρας του Ιμπραήμ και οι σφαγές στην Πελοπόννησο
Ο Ιμπραήμ ήταν μουσουλμάνος που γεννήθηκε στην Καβάλα το 1789. “Σύμφωνα με μια εκδοχή, γεννήθηκε στο χωριό Νικηφόρος της Δράμας που τότε ονομαζόταν Νουσρανκλί“, είχε πει στη “Μηχανή του Χρόνου” ο νομικός και δημοσιογράφος, Γιάννης Παγουλάτος, στο πλαίσιο της δημοσιογραφικής έρευνας για τους Οθωμανούς στρατηγούς που πολέμησαν την Επανάσταση του ’21.
Μάλιστα από το ίδιο χωριό ήταν και η γιαγιά του. Οι πρόγονοί του πατέρα του, Μεχμέτ Αλή ή Μωχάμετ Άλη ήταν Τούρκοι της Ανατολίας.
Ο Μεχμέτ Αλή έφτασε στο αξίωμα του βαλή της Αιγύπτου και θεωρείται o θεμελιωτής του σύγχρονου αιγυπτιακού κράτους. Ορισμένοι ιστορικοί υποστηρίζουν την εκδοχή ότι ο Μεχμέτ Αλή υιοθέτησε τον Ιμπραήμ.
Ο Ιμπραήμ έλαβε μόρφωση από ευρωπαίους παιδαγωγούς, αλλά αυτό δεν απάλυνε τον σκληρό του χαρακτήρα. “Ως χαρακτήρας ο Ιμπραήμ περιγράφεται ως παράφορος, άφηνε δηλαδή τα συναισθήματα του να τον παρασύρουν. Ήταν συχνά αλαζονικός, αλλά ταυτόχρονα αποφασιστικός και φιλόδοξος“, συμπληρώνει ο κ. Παγουλάτος.
Το Μάιο του 1824, ο Ιμπραήμ, έχοντας αναλάβει την αρχιστρατηγία του αιγυπτιακού στρατού από τον πατέρα του, αποβιβάστηκε στην Κρήτη και σκόρπισε το θάνατο. Κατέστρεψε, επίσης, την Κάσο και τα Ψαρά και, το Φεβρουάριο του 1825, έφτασε στο Μοριά.
Εκμεταλλεύτηκε τις εμφύλιες διαμάχες και κατέλαβε στρατηγικά σημεία, με αποτέλεσμα η επανάσταση να “κρέμεται” από μία “κλωστή”. Την εποχή της επέλασης του Ιμπραήμ, ο Κολοκοτρώνης ήταν εξορισμένος σε μοναστήρι της Ύδρας με απόφαση των πολιτικών του αντιπάλων. Οι ελληνικές ένοπλες ομάδες δεν είχαν τον φυσικό τους αρχηγό και η επανάσταση παρέπεε.
Ο Ιμπραήμ, όταν διαπίστωσε ότι δεν μπορούσε να επιβάλλει πλήρως την κυριαρχία του, επιδόθηκε σε εκτεταμένες θηριωδίες. Κατέστρεψε σοδειές και αποθήκες, ξερίζωσε ελαιώνες, προσπαθούσε να πάρει κάποιες περιοχές με το μέρος του, φοβερίζοντάς τες ότι θα τις καταστρέψει, και τις ανυπότακτες τις ισοπέδωσε ολοσχερώς.
Ένα χαρακτηριστικό, αν και ελάχιστα γνωστό, παράδειγμα της καταστροφικής δράσης του Ιμπραήμ είναι το λεγόμενο “Ολοκαύτωμα του Βρονταμά“, κατά το οποίο περίπου 300 με 400 κάτοικοι του χωριού της Λακωνίας αρνήθηκαν να τον προσκυνήσουν, κλείστηκαν σε σπηλαιομονάστηρο και ο Ιμπραήμ τους έκαψε ζωντανούς.
Σύμφωνα με τον Χάλεντ Φάχμι, Αναπληρωτή Καθηγητή Σύγχρονων Αραβικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ και βιογράφο του Μεχμέτ Αλή, οι σφαγές που ο Ιμπραήμ διέπραξε στην Πελοπόννησο δεν ήταν χωρίς προηγούμενο:
“Ο Ιμπραήμ ήταν ένας έξυπνος στρατιωτικός διοικητής. Ήταν τόσο βίαιος όσο και πανούργος. Ξεκίνησε τη στρατιωτική του σταδιοδρομία ως έφηβος, όταν αποτελείωσε τα απομεινάρια των Μαμελούκων που είχαν διαφύγει από τη διαβόητη σφαγή του 1811. Για πολλούς μήνες, τους κυνηγούσε στην Άνω Αίγυπτο μέχρι τη Νουβία.
Στην πορεία έκαψε καλλιέργειες, λεηλάτησε περιουσίες και σκότωσε ανθρώπους. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1816, ο πατέρας του τον έστειλε στην Αραβία για να υποτάξει την εξέγερση των Ουαχαμπιτών κατά του Οθωμανού Σουλτάνου […] Στη δεκαετία του 1830, ο Ιμπραήμ επρόκειτο να επαναλάβει αυτές τις φρικαλεότητες σε μεγάλη κλίμακα“.
Η σχέση του Ιμπραήμ με τον Μεχμέτ Αλή και το τέλος του
Κατά τον Χάλεντ Φάχμι, ο πατέρας του Ιμπραήμ δεν ήταν λιγότερο άτεγκτος με όσους τον επιβουλεύονταν: “Ήταν αδίστακτος με τους εχθρούς του, χωρίς να ξεχνά ποτέ μια προσβολή, όσο ασήμαντη κι αν ήταν. Στις λίγες περιπτώσεις που έχανε την ψυχραιμία του, η οργή του δεν γνώριζε όρια“.
Η σχέση του Ιμπραήμ με τον πατέρα του ήταν ταραχώδης και δεν θα μπορούσε να τον αφήσει ανεπηρέαστο, εξηγεί ο Αιγύπτιος ιστορικός:
“Το κύριο πρόβλημα του Ιμπραήμ ήταν ότι είχε πατέρα τον Μεχμέτ Αλή. Ψυχολογικά, δεν είναι εύκολο να έχεις έναν πατέρα σαν τον Μεχμέτ Αλί, πάντα απαιτητικό, να κατηγορεί συνεχώς τους υφισταμένους του για ολιγωρία και ανικανότητα. Με τον Ιμπραήμ ο Μεχμέτ Αλί είχε επιπλέον έναν βαθύ φόβο υποψίας ότι μπορεί να χρησιμοποιήσει τον στρατό εναντίον του. Έτσι, η σχέση αυτή δεν ήταν εύκολη“.
Ο Γιάννης Παγουλάτος περιγράφει τα σωματικά προσόντα του Ιμπραήμ, καθώς επίσης και τον τρόπο, με τον οποίο διεξήγαγε τις μάχες:
“Περιγράφεται ως ένας βραχύσωμος άνδρας, με μεγάλη σωματική αντοχή και δύναμη. Ήταν επιδέξιος ιππέας και είχε τις δεξιότητες ενός απλού στρατιώτη. Δεν ήταν, δηλαδή, ένας Πασάς που θα καθόταν στις πίσω γραμμές και θα έβλεπε τους άντρες του να πολεμάνε“.
Εκτός από την κόντρα του με τον Κιουταχή κατά τη δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου, ο Ιμπραήμ ήρθε σε σύγκρουση με έναν Οθωμανό διοικητή, που είχε παλιά έχθρα με τον πατέρα του. Αυτός ήταν ο Χιουσρέβ Πασάς, ο καπουδάν πασάς, δηλαδή ο διοικητής του οθωμανικού στόλου.
Ο Ιμπραήμ πίστευε ότι, σε κρίσιμες στιγμές του Αγώνα, ο Χιουσρέβ δεν συντόνιζε τις προσπάθειές του μαζί του και ότι τον υπονόμευε, προκειμένου να αποδείξει στον Σουλτάνο ότι ήταν ο καταλληλότερος, για να καταστείλει την εξέγερση των Ελλήνων.
Το Μάιο του 1825, ο Ιμπραήμ κατατρόπωσε τον Παπαφλέσσα στο Μανιάκι και λέγεται ότι αναγνώρισε την ανδρεία του, φιλώντας το νεκρό σώμα του.
Ένα μήνα αργότερα, ο μέχρι τότε αήττητος Ιμπραήμ νικήθηκε στους Μύλους του Άργους από τους άνδρες του Δημήτριου Υψηλάντη και του Ιωάννη Μακρυγιάννη. Το ηθικό των Ελλήνων αναπτερώθηκε. Ήξεραν πλέον ότι ο Ιμπραήμ δεν ήταν ανίκητος.
Η “χαριστική βολή” για τον γιο του Μεχμέτ Αλή δόθηκε στη Ναυμαχία του Ναβαρίνου, τον Οκτώβριο του 1827. Όπως και άλλοι Οθωμανοί στρατηγοί, έτσι και ο Ιμπραήμ είχε άδοξο τέλος, καθώς πέθανε από φυματίωση το 1848, σε ηλικία 59 ετών, μόλις δύο μήνες αφότου διαδέχθηκε τον πατέρα του στην εξουσία.
Με πληροφορίες από:
- την έρευνα της “ΜτΧ” για τους Οθωμανούς στρατηγούς την περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης
- τη συνέντευξη του ιστορικού Χάλεντ Φάχμι στη δημοσιογράφο Βασιλική Σιούτη για το Lifo.gr
Γραφική επεξεργασία αρχικής εικόνας: © Μηχανή του Χρόνου
Ειδήσεις σήμερα:
- Έρευνα. Πόσα λεπτά ζωής χάνουμε με κάθε χοτ ντογκ, μπέργκερ ή αναψυκτικό
- «Όχι βενζίνη αν δεν φοράς κράνος». Η πρωτοβουλία από τα υπουργεία Υγείας, Ανάπτυξης και τους βενζινοπώλες
- Οι τελευταίες ώρες του Άσαντ στη Συρία. Πώς κατάφερε να ξεγελάσει τους πάντες με τα ψέματα
- Μέλη μεγάλης τουρκικής εγκληματικής οργάνωσης οι δύο νεκροί και ο τραυματίας στη Γλυφάδα
Ακολουθήστε τη mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ