Γράφει ο συνεργάτης μας, ιστορικός ερευνητής Στέφανος Μίλεσης
Μέχρι το 1883, όταν ακόμα δεν υπήρχαν οργανωμένα σφαγεία στον Πειραιά, τα κοπάδια των ζώων αφού κατέφθαναν με κάθε λογής πλωτό μέσο στο λιμάνι, τα έβγαζαν στη στεριά όπου τα περιέφεραν στους δρόμους της πόλης για να διαλέξουν οι σπιτονοικοκύρηδες ποιο ζώο θα αγοράσουν.
Από νωρίς το πρωί τα καΐκια κατέφθαναν φορτωμένα με ζώα τα οποία είχαν λάβει το χαρακτηρισμό “πλωτά κοπάδια”. Η σφαγή γινόταν από τους ίδιους τους αγοραστές – καταναλωτές.
Ίδρυση των Δημοτικών Σφαγείων
Με την έναρξη λειτουργίας δημοτικών σφαγείων το 1883 έπαυσε να διενεργείται η περιφορά ζώων και η σφαγή τους στους δρόμους και στις αυλές.
Τα Δημοτικά Σφαγεία Πειραιώς -οι εγκαταστάσεις των οποίων σήμερα ανήκουν στον Δήμο Δραπετσώνας- ολοκλήρωσαν την οικοδόμησή τους το 1883 σε σχέδια του αρχιτέκτονα του Δήμου Πειραιά Πειραιώτη Υδραϊκής καταγωγής Ιωάννη Λαζαρίμου, για να καλύψουν τις ανάγκες ενός πληθυσμού που τότε έφτανε τις 40 χιλιάδες.
Ένα υπόστεγο πέτρινο με καμάρες στην αρχή, με άλλα όμοια που προστέθηκαν αργότερα δίπλα του, αποτελούσαν τις εγκαταστάσεις των σφαγείων. Διαιρούνταν εσωτερικά σε πέντε τμήματα ανάλογα με τα είδη των ζώων που σφαγιάζονταν.
Κάθε τόξο (καμάρα) στην πρόσοψη ήταν ύψους επτά μέτρων και μήκους περίπου δέκα μέτρα. Οχετοί έφευγαν από την κατασκευή με κατεύθυνση στην θάλασσα. Η τοποθεσία επιλέχθηκε καθώς η περιοχή ήταν απομονωμένη ώστε ο κόσμος να μην βλέπει το αποτρόπαιο θέαμα.
Ο έρημος όρμος στο κέντρο δραστηριοτήτων
Όμως το 1909 το εργοστάσιο χημικών προϊόντων και Λιπασμάτων που οικοδομήθηκε δίπλα στα σφαγεία καθώς και ο συνοικισμός εργατών με τα 190 οικήματα και τα 550 άτομα που κατοικούσαν σε αυτά, αμέσως έφεραν το σφαγείο σε κεντρικότατη θέση.
Εκτός αυτού οι εγκαταστάσεις των πετρελαίων ΣΕΛΛ που οικοδομήθηκαν την δεκαετία του ’20 έφεραν στον αλλοτινό ερημικό όρμο των Σφαγείων πλήθος πλοίων και άλλων σκαφών μεταφοράς υγρών καυσίμων. Τα Σφαγεία μόνο απομονωμένα δεν ήταν πλέον.
Οι αριθμοί του τρόμου!
Όλος αυτός ο κόσμος γινόταν μάρτυρας μιας κατάστασης πρωτόγονης. Η εικόνα που παρουσίαζαν τα Δημοτικά Σφαγεία ήταν τρομερή!
Τρεις φορές την εβδομάδα σφάζονταν 1500 ζώα την ημέρα, ήτοι 4.500 ζώα την εβδομάδα!
Την περίοδο των εορτών τα ζώα που σφάζονταν ανά εβδομάδα έφταναν τις 15.000! Όσο τα ζώα συναθροίζονταν έξω από τα σφαγεία ζωντανά η μυρωδιά ήταν αφάνταστη από κόπρανα και ούρα. Όταν άρχιζε η σφαγή η θάλασσα του όρμου μεμιάς βαφόταν κόκκινη!
Οι εργάτες και οι ειδικότητες
Η εργασία στα σφαγεία είχε κατανεμηθεί σε πέντε υπαλλήλους που αναλάμβαναν ο ένας ύστερα από τον άλλον. Το ζώο έφτανε ζωντανό στον πρώτο υπάλληλο του σφαγείου και έφευγε τεμαχισμένο από τον πέμπτο υπάλληλο έτοιμο προς πώληση!
Οι πέντε ειδικότητητες ήταν: Ο σφάχτης, ο φουσκωτής, ο ανοιχτής, ο γροθιαστής και ο συγυριστής!
Οι κατηγορίες αυτές κατανέμονταν σε τρεις μεγαλύτερες ειδικότητες επαγγελματιών τους Σφαγείς, στους Εκδορείς και στους Εντεροκόμους. Ο Σφάχτης ανήκε στην κατηγορία των Σφαγέων ενώ ο φουσκωτής, ο ανοιχτής και ο γροθιαστής ανήκε στην ευρύτερη κατηγορία των εκδορέων. Οι εντεροκόμοι ανήκαν στους συγυριστές!…
Υπήρχαν και άλλοι που εκτελούσαν βοηθητικές εργασίες όπως οι Καθαριστές.
Η περιγραφή της εργασίας του καθενός προκαλούσε αναστάτωση στον κόσμο πόσο μάλλον όταν κάποιος τύχαινε να την δει από κοντά.
Ο σφάχτης πλησίαζε το προς σφαγή ζώο και φρόντιζε με το μαχαίρι του να τελειώνει με μια μονάχα κίνηση διαφορετικά ακολουθούσε μεγάλη αταξία. Η επιδεξιότητα στο πρώτο χτύπημα ήταν όλη η τέχνη του επαγγελματία σφάχτη. Αν αποτύγχανε και το ζώο ήταν μεγάλου μεγέθους, όπως για παράδειγμα ένα βόδι, τότε αυτό αγρίευε και με τα κέρατά του μπορούσε μέχρι και να σκοτώσει το σφάχτη. Τότε έπεφταν πολλοί επάνω του να το κρατήσουν για να ακολουθήσει δεύτερη προσπάθεια.
Μετά τον σφάχτη είχε σειρά ο φουσκωτής που με ένα μεγάλο φυσερό φούσκωνε τα ζώα για να γίνει ευκολότερο το γδάρσιμό τους. Το φούσκωμα ήταν κύρια χρήσιμο στο γδάρσιμο των αρνιών.
Σειρά είχε ο τρίτος εργάτης που ήταν ο γροθιαστής. Με τη γροθιά του και ένα μαχαίρι έγδερνε το ζώο.
Ο τέταρτος εργάτης ο ανοιχτής, το έσχιζε από στο μπροστινό του μέρος από τον λαιμό, προχωρούσε στο στήθος μέχρι κάτω στην κοιλία. Αφαιρούσε όλα τα εντόσθια. Ήταν η απόλυτη στιγμή της αηδίας όπως περιέγραφαν οι δημοσιογράφοι.
Τότε ακολουθούσε ο συγυριστής, που έλαβε το όνομά του από την τακτοποίηση των εντοσθίων. Χώριζε τα “τακίμια”, δηλαδή την κοιλιά και τα έντερα από τα άλλα εντόσθια. Κατόπιν έκοβε τα πόδια και τα κεφάλια. Από τα χέρια του συγυριστή τα ζώα έβγαιναν έτοιμα για να μεταφερθούν στα κρεοπωλεία.
Περιβάλλον φρίκης
Το περιβάλλον το σφαγείου ήταν φρικιαστικό. Για παράδειγμα στο τμήμα όπου σφάζονται και γδέρνονταν οι χοίροι το δάπεδο είχε υποστεί καθιζήσεις από τη χρήση και είχαν σχηματιστεί λάκκοι γεμάτοι από πηχτό αίμα.
Στη διπλανή πτέρυγα (δηλαδή καμάρα όπως αντικρίζουμε σήμερα τις εγκαταστάσεις) σφάζονταν αρνιά και τράγοι. Οι εργάτες παρουσίαζαν ένα θέαμα φρικιαστικό.
Ματωμένοι έως πάνω στους αγκώνες φορώντας παλιόρουχα κινούνταν ολομερής με ένα μαχαίρι στο χέρι σφάζοντας και γδέρνοντας. Ανάμεσα στους λάκκους είχαν ανοιχτεί αυλάκια για να φεύγει το αίμα που λίμναζε, ωστόσο οι αύλακες αυτοί φράζονταν συχνά από εντόσθια και ακαθαρσίες ζώων.
Τα σφαγεία της Δραπετσώνας είχαν οικοδομηθεί δίπλα στη θάλασσα, στον όρμο Φωρών, κοντά στα εργοστάσια της εταιρείας Λιπασμάτων
Όλα τα αυλάκια των υπόστεγων συναντιόνταν σε έναν κεντρικό οχετό που κατέληγε στη θάλασσα. Η παραλία μπροστά από τα σφαγεία είχε μεταβληθεί σε μια πολτώδη μάζα που ανέδινε φρικαλέα κακοσμία.
Η εργασία των εντεροκόμων θεωρείτο η χειρότερη όλων των εργασιών του σφαγείου, για αυτό και εργάζονταν εκτός υπόστεγων στην δεξιά τους πλευρά. Όχι μόνο η θάλασσα του όρμου που τελικά επικράτησε να αποκαλείται όρμος σφαγείων (από όρμος Φωρών) αλλά και η ατμόσφαιρα ολόγυρα, εξέπεμπαν μια δυσώδη οσμή που δύσκολα μπορούσε να την αντέξει κάποιος. κύρια για την παραγωγή χορδών.
Τα σφαγμένα ζώα ήταν ξαπλωμένα στο χώμα ολόγυρα, αλλού γδαρμένα κι αλλού τα άγδαρτα. Κομμένα κεφάλια δώθε κείθε, ρυάκια αίματος παντού. Ανάμεσα στο κόκκινο του αίματος πράσινες ακαθαρσίες από τα εντόσθια. Οι μεταφορείς αναλάμβαναν να φορτώσουν τα σφάγια στα μεταφορικά τους για την τροφοδοσία της αγοράς, στις επτά το βράδυ.
Τα σφαγεία Πειραιώς λειτουργούσαν με το ωράριο 1100 το πρωί με 19.00 αργά το απόγευμα.
Ο κύκλος του θανάτου
Από νωρίς το πρωί άρχιζε η αποβίβαση των ζώων στο λιμάνι του Πειραιά και έπρεπε μέχρι τις 11 να έχουν μεταφερθεί στα σφαγεία στην Δραπετσώνα. Ακολουθούσε όλη η διαδικασία που περιγράψαμε που έπρεπε να έχει τελειώσει στις 19.00 ώρα το βράδυ καθώς άρχιζε η τροφοδοσία της αγοράς με το κρέας της επόμενης ημέρας.
Καθώς τα κρεοπωλεία της αγοράς του Πειραιά βρίσκονταν δίπλα από το Δημαρχείο (Ωρολόγιο) συνέβαινε το πρωί τα ζώα να φτάνουν με τα καΐκια ζωντανά μπροστά από τα καταστήματα και να καταλήγουν το απόγευμα της ίδιας ημέρας σφαγμένα και τεμαχισμένα να κρέμονται από τα τσιγκέλια τους.
Η παρουσία εντοσθίων και αίματος στη θάλασσα αποτελούσε πόλο έλξης καρχαριών που συχνά έκαναν την εμφάνισή τους
Πολλοί κολυμβητές ακόμα και όταν κολυμπούσαν σε ακτές μακρινές των σφαγείων έπεφταν θύματα θαλασσίων κτηνών που έλκονταν από το αίμα των σφαγείων.
Τα σφαγεία έως το 1934 που ανήκαν στον Δήμο Πειραιώς δεν τύγχαναν ουσιαστικής δημοτικής μέριμνας. Ακόμα όμως και όταν ο Δήμος Πειραιά διασπάστηκε το 1934 σε μικρότερους Δήμους και Κοινότητες, τα Σφαγεία συνέχιζαν να λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο, παρότι ανήκαν στον Δήμο Δραπετσώνας.
Η επίσκεψη του Δημάρχου για πρώτη φορά
Το 1938 ο Δήμαρχος Πειραιά Μιχάλης Μανούσκος αποφάσισε τον εκσυγχρονισμό και την καλυτέρευση των συνθηκών υγιεινής στα Σφαγεία καθώς εξυπηρετούσαν και τον δικό του Δήμο. Για τον σκοπό αυτό επισκέφθηκε τους χώρους για να σχηματίσει άποψη. Όταν έφτασε κοντά στα υπόστεγα τον σταμάτησαν και τον ρώτησαν ποιος είναι και τι θέλει εκεί.
Ο διάλογος που ακολούθησε είναι χαρακτηριστικός της εγκατάλειψης των εγκαταστάσεων. «Είμαι ο Δήμαρχος Πειραιά», είπε ο Μανούσκος και τότε ο άλλος τον κοίταξε με δυσπιστία.
«Δεν σου κάνω για Δήμαρχος;» τον ρώτησε ο Μανούσκος. «Μα ξέρω κι εγώ;» απάντησε ο εργαζόμενος των Σφαγείων :
«Δέκα χρόνια έχει να πατήσει το πόδι του ο Δήμαρχος και θα μου πεις πως είσαι εσύ;»
Όσοι γενικώς επισκέπτονται τα Σφαγεία Πειραιώς ανέτοιμοι για ό,τι αντικρίσουν περιγράφουν στη συνέχεια μια κατάσταση όμοια με την κόλαση του Δάντη.
Η εργασία στα Σφαγεία ήταν δύσκολη και μόνο άνθρωποι μεγάλης αντοχής μπορούσαν να την αντέξουν. Επρόκειτο για ανθρώπους του λιμανιού, συνήθως πρώην αραμπατζήδες ή βαρκάρηδες, για αχθοφόρους ή για ανθρώπους που ναυτολογούνταν ως κατώτερα πληρώματα εμπορικών πλοίων. Μεταξύ των ανθρώπων που άσκησαν το επάγγελμα του εκδορέα συναντούμε και τον Μάρκο Βαμβακάρη. Γενικώς στα αστυνομικά δελτία υπάρχουν συχνές αναφορές για αδικήματα που διαπράχθηκαν από εκδορείς και σφαγείς.
Ειδήσεις σήμερα:
- Πόσο συχνά τρώνε πλέον κρέας οι Έλληνες; Τι δείχνει νέα έρευνα εταιρείας δημοσκοπήσεων
- Ναυάγιο στα ανοιχτά της Γαύδου. Ένας νεκρός και 40 αγνοούμενοι. Τι αναφέρουν οι πρώτες πληροφορίες
- Έρευνα. Πόσα λεπτά ζωής χάνουμε με κάθε χοτ ντογκ, μπέργκερ ή αναψυκτικό
- «Όχι βενζίνη αν δεν φοράς κράνος». Η πρωτοβουλία από τα υπουργεία Υγείας, Ανάπτυξης και τους βενζινοπώλες
Ακολουθήστε τη mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ