Η λεηλασία των Μοναστηριών της Μακεδονίας από τους Βούλγαρους. Ποια κειμήλια εντοπίστηκαν και ο αγώνας για την επιστροφή τους

Η λεηλασία των Μοναστηριών της Μακεδονίας από τους Βούλγαρους. Ποια κειμήλια εντοπίστηκαν και ο αγώνας για την επιστροφή τους

Στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, από το 1916 έως το 1918, ο βουλγαρικός στρατός κατέλαβε, με τη βοήθεια των Γερμανών, την Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη.

Ήταν μια περίοδος εξαιρετικά σκληρή για τους Έλληνες. Οι διωγμοί και οι βασανισμοί που υπέστησαν από τους Βούλγαρους ήταν μεγάλοι και απηνείς.

Απώτερος στόχος ήταν ο εκβουλγαρισμός της περιοχής και η προσάρτηση εδαφών που θα υλοποιούσαν το όραμα της Μεγάλης Βουλγαρίας, που ήθελε έξοδο στο Αιγαίο. Αυτό πρώτη φορά δρομολογήθηκε με την Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου το1878 και την ανοιχτή υποστήριξη της Ρωσίας.

Η επιδίωξη αυτή θα γινόταν ακόμη πιο έντονη στα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου , όταν οι Γερμανοί επέτρεψαν την Βουλγαρική κατοχή της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης.

Ανάμεσα στις μεθόδους που εφάρμοσαν οι Βούλγαροι, εκτός από την βία, τις εκτελέσεις και την οικονομική αφαίμαξη του ελληνικού πληθυσμού, ήταν και η θρησκευτική λεηλασία μοναστηριών και εκκλησιών, που είχαν σημαντικά κειμήλια, άρρηκτα συνδεδεμένα με τον ελληνισμό και την ορθοδοξία.

Στο στόχαστρό τους βρέθηκαν δύο εξέχοντα βυζαντινά μοναστήρια του νομού Σερρών: η Μονή του Τιμίου Προδρόμου και η Μονή της Παναγίας Εικοσιφοινίσσης.

Η μεν πρώτη εντοπίζεται στα δυτικά μιας βαθιάς χαράδρας του Μενοικίου όρους και υπάγεται στη Μητρόπολη Σερρών και Νιγρίτας, η δε δεύτερη βρίσκεται στα όρια των νομών Σερρών και Καβάλας, βόρεια του Παγγαίου όρους, αλλά εκκλησιαστικά ανήκει στη Μητρόπολη Δράμας.

Η Μονή Παναγίας Εικοσιφοινίσσης είναι ιστορικό μοναστήρι της Ιεράς Μητροπόλεως Δράμας. Είναι κτισμένη σε υψόμετρο 753 μέτρων, στη βόρεια πλευρά του Παγγαίου όρους – Πηγή εικόνας: Wikipedia

Σχεδόν 700 χειρόγραφα εκλάπησαν

Σύμφωνα με τον Βασίλειο Γιαννογλούδη, καθηγητή Σερρών και αντιπρόεδρο της Εταιρείας Μελέτης και Έρευνας της Ιστορίας των Σερρών (Ε.Μ.Ε.Ι.Σ.), τα δύο μοναστήρια διατηρούσαν βιβλιογραφικά εργαστήρια, όπου οι μοναχοί διέσωζαν από τη φθορά και την καταστροφή πλήθος αρχαίων ελληνικών συγγραμμάτων.

Στα εργαστήρια αυτά εργάστηκαν μερικοί από τους πιο σημαντικούς βιβλιογράφους από την Παλαιολόγεια εποχή έως τον 15ο αιώνα. Δημιουργήθηκαν, επίσης, βιβλιοθήκες όπου φυλάσσονταν κώδικες, βυζαντινά χρυσόβουλα, πατριαρχικά σιγίλια και σουλτανικά φιρμάνια.

Το 1917, ο βουλγαρικός στρατός κατοχής, κατ’ εντολήν του Βουλγαρικού Γενικού Επιτελείου, έβαλε στο στόχαστρό του τις δύο ιστορικές μονές. Οι επιδρομείς έκλεψαν χρυσά και ασημένια αντικείμενα, ιερά κειμήλια και ανεκτίμητης αξίας χειρόγραφα.

Συνολικά, εκλάπησαν 691 χειρόγραφοι κώδικες, 261 από τη Μονή Τιμίου Προδρόμου και 430 από τη Μονή Παναγίας Εικοσιφοινίσσης.

Ο “Βούλγαρος Έλγιν” και οι μαρτυρίες

Οι Βούλγαροι δεν ενήργησαν τυχαία, αλλά βάσει συγκεκριμένου σχεδίου. Ενορχηστρωτής του ήταν ο Βλάντιμιρ Σις, ένας τσεχικής καταγωγής και αυστροουγγρικής υπηκοότητας καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Σόφιας, ο οποίος ήταν γνώστης της ελληνικής γλώσσας και της ανυπολόγιστης αξίας των χειρογράφων.

Η λεηλασία της Μονής Εικοσιφοινίσσης έγινε στις 27 Μαρτίου 1917. “Την Μεγάλην Δευτέραν της εβδομάδος και ώραν 2 μ.μ. ο Βούλγαρος οπλαρχηγός Πανίτσας και ο Βλαδίμηρος Σις, Αυστριακός την καταγωγήν, Βούλγαρος υπήκοος αρχαιολόγος […] ήλθον εις την Μονήν […]

Τα δε κλοπιμαία […] εφορτώθησαν εις 18 ημιόνους (σ.σ.: μουλάρια) και μετεφέρθησαν εις Δράμαν. Την ιστορικήν αξίαν αυτών ουδείς θα δυνηθή να περιγράψει”, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Αρχιμανδρίτη Νεοφύτου, Ηγουμένου της Μονής.

Η Μονή Τιμίου Προδρόμου Σερρών κτίστηκε το 1270. Λεηλατήθηκε από τους Βούλγαρους το 1917, οι οποίοι έστειλαν στη Βουλγαρία 24 Ευαγγέλια, 200 σπάνια χειρόγραφα σε χαρτί, 1500 παλιά βιβλία, και πολλά πολύτιμα ιερά αντικείμενα – Πηγή εικόνας: Wikipedia

Η σύληση της Μονής Τιμίου Προδρόμου συνέβη στις 28 Ιουνίου 1917.

Σύμφωνα με την μαρτυρία του Προδρομίτη Μοναχού Γαβριήλ Κουντιάδη, βούλγαροι κομιτατζήδες πρώτα απήγαγαν τους μοναχούς και τους οδήγησαν σιδηροδέσμιους στη Βουλγαρία και κατόπιν απογύμνωσαν το μοναστήρι από σκεύη και κειμήλια ανεκτίμητης αξίας, εικόνες, σταυρούς, κ.λπ..

Kατά τον Οκτώβριον του 1918 επανήλθομεν εις την Μονήν μας τελείως εξαντλημένοι και απογυμνωμένοι. Τότε εύρομενη την Μονήν ερημαγμένην και κατεστραμένην. Τα δωμάτια όλων μας ήταν εντελώς ξεγυμνωμένα, η πλούσια Βιβλιοθήκη της Μονής μας, με τα αρχαία και πολύτιμα χειρόγραφα της, και τους παλαιούς Κώδικας της, και με όλα τα επίσημα έντυπα βιβλία της, είχεν εντελώς εκκενωθή […]

Από δε την εκκλησίαν αφήρεσαν ιερά σκεύη τιμίου σταυρούς, ιερά άμφια και αργυρά ενδύματα Ιερών Εικόνων. Εξέσχισαν ιερά Ευαγγέλια και επήραν τα αργυρά των επικαλύμματα. Επίσης το ιερό Αρτοφόριον μαζί με δύο σμάλτινα εξαπτέρυγα, τα ορειχάλκινα πολυέλαια και μανουάλια, το Προσκυνητάριον και τον Αρχιερατικόν Θρόνον αρίστης ξυλογλυπτικής τέχνης έργα, και πλέιστα όσα άλλα της Εκκλησίας πράγματα

Εκτός από τα μοναστήρια των Σερρών, οι βουλγαρικές κατοχικές δυνάμεις σύλησαν και δύο στην Ξάνθη: τη Μονή Παναγίας Καλαμούς και τη Μονή Παναγίας Αρχαγγελιώτισσας.

Η επιστροφή μόνο 259 χειρογράφων

Μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, και σύμφωνα με το άρθρο 126 της Συνθήκης του Νεϊγύ του 1919, η Βουλγαρία υποχρεωνόταν να επιστρέψει όλους τους κλεμμένους θησαυρούς στην Ελλάδα.

Το Μάιο του 1923, ο καθηγητής Βυζαντινής Αρχαιολογίας και Διευθυντής του Βυζαντινού Μουσείου Αθηνών, Γεώργιος Σωτηρίου μετέβη στη Σόφια με σκοπό τον επαναπατρισμό των κλεμμένων πολιτιστικών αγαθών.

Η Βουλγαρία επέστρεψε, όμως, μόνο 259 χειρόγραφους κώδικες στην Ελλάδα. Από αυτούς, 254 φυλάσσονται σήμερα στην Εθνική Βιβλιοθήκη και 5 στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο Αθηνών.

Georgios_Sotiriou

Ο βυζαντινολόγος Γεώργιος Σωτηρίου μετέβη στη Σόφια το 1923, για να παραλάβει ένα μέρος των κλεμμένων χειρογράφων – Πηγή εικόνας: Wikipedia

Που βρίσκονται τα κλοπιμαία

Για πάνω από μισό αιώνα, οι βουλγαρικές αρχές δήλωναν άγνοια για τα υπόλοιπα χειρόγραφα. Στην πραγματικότητα, όμως, τα έκρυβαν στα υπόγεια της Βουλγαρικής Ακαδημίας Επιστημών. Οι προσπάθειες Ελλήνων και ξένων επιστημόνων να τα εντοπίσουν ήταν επίμονες αλλά ατελέσφορες.

Το 1987, τα κλεμμένα χειρόγραφα μεταφέρθηκαν, και παραμένουν μέχρι σήμερα, στο Κέντρο Σλαβοβυζαντινών Σπουδών “Ιβάν Ντούιτσεφ”. Το 1990, αποτέλεσε χρονιά ορόσημο, καθώς, σε διεθνές επιστημονικό συμπόσιο που διοργανώθηκε τον Αύγουστο στη Σόφια, παρουσία Βουλγάρων και Ελλήνων επιστημόνων, έγινε η ταυτοποίηση των χειρογράφων των δύο μοναστηριών.

Όσο για τα θρησκευτικά κειμήλια, τα περισσότερα παρακρατούνται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο της Βουλγαρίας στη Σόφια.

klemmena_keimhlia_mouseio_sofias

Πολύτιμα θρησκευτικά κειμήλια της Μονής Παναγίας Εικοσιφοίνισσας παρακρατούνται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο Βουλγαρίας στη Σόφια – Πηγή εικόνων: Wikipedia

Κάποια άλλα πουλήθηκαν ή έφτασαν με άλλους τρόπους, μέσω Βουλγαρίας, σε βιβλιοθήκες εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και ιδιωτικές συλλογές της Ευρώπης και των ΗΠΑ

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο ανακάλυψε ότι ορισμένα από τα κλοπιμαία βρίσκονται στη Βιβλιοθήκη Μόργκαν, στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον και στο Πανεπιστήμιο Ντιουκ.

Τα γεγονότα “σταθμοί” στον αγώνα για την επιστροφή τους

Από τη δεκαετία του ’90 και μετά, πύκνωσαν οι διαμαρτυρίες, τα ψηφίσματα και οι πρωτοβουλίες ευαισθητοποίησης σχετικά με την επιστροφή των κλοπιμαίων. Οι προσπάθειες αυτές απέφεραν μικρές αλλά σημαντικές νίκες.

Τον Οκτώβριο του 2004, κατά τη διάρκεια επίσκεψης του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου στη Βουλγαρία, δόθηκε απλώς υπόσχεση από τον τότε πρόεδρο Γκεόργκι Παρβάνοφ για επιστροφή των ανεκτίμητων χειρογράφων και κειμηλίων.

Τον Ιανουάριο του 2006, η Ιστορική και Λαογραφική Εταιρεία Σερρών – Μελενίκου έστειλε επιστολή στον Υπουργό Εξωτερικών καλώντας την ελληνική κυβέρνηση να απαιτήσει από την Βουλγαρία την επιστροφή των χειρογράφων.

Το 2014, η προσπάθεια της ελληνικής διπλωματίας για ανταλλαγή των κλεμμένων χειρογράφων με τα οστά του Τσάρου Σαμουήλ “ναυάγησε”. Τον Ιούνιο του 2015, ο Μητροπολίτης Σερρών, Θεολόγος εξέφρασε τη θέση του πάνω στο ζήτημα:

“Δεν πρόκειται για θέμα μόνο ηθικής τάξεως, αλλά και αποκατάστασης της ιστορικής πραγματικότητας. Τα χειρόγραφα και τα κειμήλια αυτά αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας του πολύπαθου τόπου μας που μας συνδέει με την Ιστορία.

Και είναι υποχρέωση της βουλγαρικής κυβέρνησης και της βουλγαρικής Εκκλησίας η αποκατάσταση αυτής της αδικίας, η οποία εξακολουθεί και πληγώνει τον Σερραϊκό λαό”.

Το Νοέμβριο του 2016, χάρη στις προσπάθειες της Αρχιεπισκοπής Αμερικής, επεστράφη στη Μονή Εικοσιφοίνισσας ο “Κώδικας 1424”.

Πρόκειται για το παλαιότερο πλήρες χειρόγραφο της Καινής Διαθήκης στον κόσμο, γραμμένο στα ελληνικά στη ρέουσα γραφή.

Είχε πουληθεί από έναν Ευρωπαίο βιβλιοπώλη στις ΗΠΑ τρία χρόνια μετά την κλοπή του, το 1920, και βρέθηκε στην κατοχή της Λουθηρανής Θεολογικής Σχολής του Σικάγο.

Το Νοέμβριο του 2020, ένα ακόμη πολύτιμο χειρόγραφο, που χρονολογείται στα τέλη του 10ου με αρχές του 11ου αιώνα, γύρισε εκεί που ανήκε, στη Μονή Εικοσιφοίνισσας. Βρισκόταν στο Μουσείο της Βίβλου στην Ουάσινγκτον και επαναπατρίστηκε χάρη στις προσπάθειες του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου.

Έχει περάσει, πλέον, ένας αιώνας από τη σύληση των πολύτιμων χειρογράφων και κειμηλίων από τα μοναστήρια των Σερρών. Οι προσπάθειες που καταβάλλονται για την επιστροφή τους συνεχίζονται. Πρόκειται για έναν αγώνα ανάλογο με εκείνον για την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα.

Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr