Πώς βγήκε η έκφραση “αδέκαστος” δικαστής. Πώς οι διεφθαρμένοι “δημιούργησαν” την ορολογία

Πώς βγήκε η έκφραση “αδέκαστος” δικαστής. Πώς οι διεφθαρμένοι “δημιούργησαν” την ορολογία

Κάποιος αξιωματούχος που δεν μπορεί να δωροδοκηθεί χαρακτηρίζεται ως «αδέκαστος». Παλαιότερα ο όρος αφορούσε αποκλειστικά δικαστικούς λειτουργούς. Τα τελευταία χρόνια, η χρήση του έχει επεκταθεί γενικά σε αξιωματούχους που έχουν εξουσία. Η έννοια του όρου είναι ότι ο αδέκαστος ακολουθεί κατά γράμμα το νόμο και δεν παρεκκλίνει απ’ αυτό για να κάνει χάρες σε φίλους και ισχυρούς. Επίσης δεν μπορεί διαφθαρεί με χρήματα ή άλλα ανταλλάγματα.

του συνεργάτη ιστορικού Κωνσταντίνου Λαγού

«Δεκάζομαι» και «Δέκα»

Η ετυμολογία της λέξης έχει σχέση τόσο με το αρχαίο ελληνικό ρήμα «δεκάζομαι» -που βγαίνει από το “δέχομαι”- αλλά και τον αριθμό δέκα.

Στην αρχαία Ελλάδα, το δεκάζομαι είχε διάφορες σημασίες με πιο γνωστή το «είμαι δικαστής που δωροδοκείται».

Το δεκάζομαι βγαίνει από το δέκα, κάτι που προέκυψε στην Αθήνα τον 7ο αιώνα π. Χ. Εκείνη την εποχή ήταν συνηθισμένο φαινόμενο η καταπάτηση δημόσιας και ιδιωτικής γης τόσο από πλούσιους όσο και από φτωχούς Αθηναίους. Στις δίκες που γίνονταν στη συνέχεια για να ξεκαθαρίσει η ιδιοκτησία της, υπερτερούσαν πάντα οι πλούσιοι σε βάρος των φτωχών. Οι πρώτοι είχαν την οικονομική δυνατότητα να δωροδοκήσουν τους δικαστές που έτσι έβγαζαν ευνοϊκή απόφαση γι’ αυτούς.

Επιπλέον, οι δικαστές ήταν οι ίδιοι οι άρχοντες της πόλης. Αυτό σήμαινε ότι ήταν συγγενείς και φίλοι των πλουσίων που καλούνταν να δικάσουν.

Η «προμήθεια» των αρχόντων-δικαστών ήταν το ένα δέκατο της αξίας της γης που ήταν υπό διεκδίκηση. Οι πλούσιοι μπορούσαν να την πληρώσουν. Αντίθετα, οι φτωχοί δεν είχαν τα οικονομικά μέσα να κάνουν το ίδιο και έτσι εκδιώχνονταν από τη γη.

 Οι αδέκαστοι

Ακόμη και στις πιο διεφθαρμένες κοινωνίες υπάρχουν και ορισμένοι δημόσιοι λειτουργοί που αρνούνταν «δωράκια» και αποφασίζουν με βάση τον νόμο και τη συνείδησή τους. Τέτοιοι δικαστές, ελάχιστοι, υπήρχαν ακόμη και στην Αθήνα τον 7ο αιώνα π. Χ. Επειδή αρνούνταν να δωροδοκηθούν, έγιναν γνωστοί ως «αδέκαστοι», αφού δεν «δέχονταν» τη «δεκάτη».

Σόλων και Ηλιαία

Προτομή του Σόλωνσ των πρώιμων ρωμαϊκών χρόνων που αντιγράφει ελληνικό πρότυπο. Αρχαιολογικό Μουσείο Νάπολης. Πηγή: Wikipedia

Στις αρχές του 6ου αιώνα π. Χ., ο Σόλων μέσω της νομοθεσίας του βρήκε ένα τρόπο να περιορίσει σημαντικά τη διαφθορά των δικαστών.

Δημιούργησε το δικαστήριο της Ηλιαίας που ήταν βασικά υπεύθυνο για την απονομή δικαιοσύνης στην πόλη-κράτος των Αθηνών. Απαρτιζόταν από 6.000 πολίτες ως μέλη του, που ήταν γνωστοί ως «Ηλιασταί». Αυτοί ενεργούσαν ταυτόχρονα ως ένορκοι και δικαστές.

Σύγχρονη φανταστική αναπαράσταση της Ηλιαίας. Πηγή: Pinterest

Πριν από κάθε δίκη κληρωνόταν ένας αριθμός «Ηλιαστών» για να παραστούν και να αποφασίσουν. Λόγω του μεγάλου αριθμού των «Ηλιαστών», και το γεγονός ότι γίνονταν γνωστοί λίγο πριν από κάθε δίκη, η διαφθορά της δικαστικής εξουσίας στην Αθήνα περιορίστηκε σε μεγάλο βαθμό. Όμως, ακόμη και υπό αυτές τις συνθήκες δεν έπαψε τελείως. Αναφορές σε φιλολογικές πηγές του 5ου και του 4ου αιώνα π. Χ. μιλούν για μέλη της Ηλιαίας που είχαν δωροδοκηθεί για να βγάλουν ευνοϊκή απόφαση σε κάποιες δικαστικές υποθέσεις.

Ο χώρος όπου συνεδρίαζε η Ηλιαία για ένα μεγάλο διάστημα της κλασικής εποχής έχει εντοπιστεί στις ανασκαφές στην Αρχαία Αγορά των Αθηνών. Πηγή: Wikipedia

Έτσι, οι διεφθαρμένοι και οι αδέκαστοι δικαστές συνέχισαν να υπάρχουν στην Αθήνα και την εποχή της Δημοκρατίας.

Ακολουθήστε τη mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ

Παρακαλούμε σχολιάζετε κόσμια. Υβριστικά σχόλια δεν θα γίνονται αποδεκτά

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

close menu