Το παρ’ ολίγον σαμποτάζ των Γερμανών στον Πειραιά για να εμπλέξουν την Ελλάδα στον πόλεμο πριν την κήρυξη από τον Μουσολίνι

Το παρ’ ολίγον σαμποτάζ των Γερμανών στον Πειραιά για να εμπλέξουν την Ελλάδα στον πόλεμο πριν την κήρυξη από τον Μουσολίνι

του συνεργάτη μας και ιστορικού ερευνητή, Στέφανου Μίλεση

Ένας από τους μεγαλύτερους «μύθους» στην καταγραφή της νεότερης ελληνικής ιστορίας είναι εκείνος που υποστηρίζει ότι οι Γερμανοί δεν ήθελαν να επιτεθούν και να κατακτήσουν την Ελλάδα, αλλά αναγκάστηκαν να παρέμβουν.

Ότι δήθεν ενεπλάκησαν στον πόλεμο για να βοηθήσουν τους συμμάχους τους Ιταλούς, οι επιχειρήσεις των οποίων βρίσκονταν σε πορεία «ήττας» στο αλβανικό μέτωπο.

Έρευνες και μόνο σε επίπεδο τοπικής ιστορίας (στην προκειμένη περίπτωση στην ιστορία του Πειραιά) δείχνουν το βαθμό διείσδυσης των Γερμανών στον επιχειρηματικό, βιοτεχνικό και βιομηχανικό κόσμο της πόλης και στις εντατικές προσπάθειες που κατέβαλαν οι ναζιστές για να διαβρώσουν υψηλά επιχειρηματικά στελέχη, άλλοτε με χρήματα και άλλοτε με υποσχέσεις τύπου «όταν αλλάξουν τα πράγματα» και να τους προσδέσουν στο άρμα της ναζιστικής Γερμανίας.

Οι ναζιστές στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες δρούσαν με όμοιο τρόπο, ώστε όταν στη συνέχεια εισέβαλαν να μην ξεκινήσουν από το μηδέν, αλλά να βρουν έτοιμο έναν ολόκληρο μηχανισμό στήριξης του συστήματος που θα επέβαλαν. Παράλληλα, αποδείχτηκαν αυθεντίες στην δημιουργία «επεισοδίων» και αιτιών που δικαιολογούσαν την εισβολή και την κατάκτηση των χωρών που εισέβαλαν.

Η κήρυξη πολέμου στην Ελλάδα την 28η Οκτωβρίου του 1940 από τους Ιταλούς, είχε τη σύμφωνη γνώμη των Γερμανών που σε καμία περίπτωση φυσικά δεν αιφνιδιάστηκαν, όπως λανθασμένα ή επίτηδες η ιστορία προβάλλει.

Οι Ιταλοί θα αναλάμβαναν την ελληνική υπόθεση, απαλλάσσοντας τους Γερμανούς (έτσι πίστευαν τότε) από αυτή την περιπέτεια απώλειας υλικών μέσων και ανθρώπινου δυναμικού (οικονομία αίματος).

Ακόμα και εάν δεν υπήρχαν οι χρήσιμοι για τους Γερμανούς Ιταλοί, η Ελλάδα και πάλι θα εμπλεκόταν σε πολεμική σύρραξη.

Ο Γερμανός κατάσκοπος Χανς Ρήγκλερ στο βιβλίο του «Κατάσκοποι στην Ελλάδα» καταγράφει τις προπαρασκευές των Γερμανών στην Ελλάδα οι οποίες προηγούνταν ουσιαστικά της εισβολή της ναζιστικής Γερμανίας η οποία είχε οριστεί να πραγματοποιηθεί τον Αύγουστο του 1940, δηλαδή δύο μήνες νωρίτερα από ό,τι έγινε.

Αυτοί οι δύο καθυστερημένοι μήνες κήρυξης πολέμου στην Ελλάδα συνδυαστικά με τους 6 μήνες πολέμου που «κέρδισαν» οι Έλληνες με τις νίκες τους στα βουνά της Ηπείρου, έσπρωξαν τους Γερμανούς σε αναβολή των επιχειρήσεών τους στη Σοβιετική Ένωση.

Ο γερμανικός σχεδιασμός προέβλεπε την κήρυξη πολέμου στην Ελλάδα τον Αύγουστο του 1940 και την κάμψη της ελληνικής αντίστασης το ανώτερο σε διάστημα 40 ημερών, οπωσδήποτε πάντως πριν από το χειμώνα του 1940 – 41.

Ακόμα και η αφορμή για να κηρύξει πόλεμο η Γερμανία στην Ελλάδα είχε βρεθεί.

Ήταν η άφιξη στον Πειραιά ατμόπλοιου αγγλικών συμφερόντων που μετέφερε πυρομαχικά για τη στρατιά της Μέσης Ανατολής. Οι Γερμανοί σχεδίαζαν την ανατίναξη στο λιμάνι του Αγίου Γεωργίου Κερατσινίου, του φορτηγού ατμόπλοιου «ΣΑΜΙΡ» το οποίο έφερε αιγυπτιακή σημαία αλλά ήταν μισθωμένο και ενταγμένο στις αγγλικές επιχειρήσεις της Αφρικής.

Διότι το «ΣΑΜΙΡ» είχε αποστολή να εφοδιάζει την αγγλική στρατιά της Βορείου Αφρικής με πολεμικό υλικό.

Οι Γερμανοί και μόνο στη λήψη αυτής της πληροφορίας είχαν βρει το λόγο που αναζητούσαν για να εμπλέξουν την Ελλάδα, καθώς αν και ουδέτερη, φαινόταν να παρέχει διευκόλυνση σε αγγλικό πλοίο που μετέφερε πολεμικό υλικό.

Η γερμανική κατασκοπεία στην Ελλάδα (το μεγαλύτερο μέρος της οποίας είχε έδρα τον Πειραιά), ειδοποίησε τον Ναυτικό Ακόλουθο της Γερμανικής Πρεσβείας στην Ελλάδα, που τότε ήταν ο πλοίαρχος Λήντιχ, για την επίδοση διπλωματικού διαβήματος.

Το ατμόπλοιο ΣΑΜΙΡ με το προηγούμενο όνομα ΧΟΛΤΜΠΙ. (Πηγή: Κρατική Βιβλιοθήκη της Νέας Νότιας Ουαλίας)

Ο Λήντιχ με τη σειρά του απευθύνθηκε στον Γερμανό Πρόξενο στον Πειραιά, ο οποίος επέδωσε το διάβημα στο Λιμενάρχη Πειραιά, ζητώντας του σύμφωνα με τα διεθνή νόμιμα, να διαταχθεί ο πλοίαρχος του «ΣΑΜΙΡ» να αποχωρήσει από τα ελληνικά ύδατα εντός 24 ωρών, όχι μόνο διότι εξυπηρετούσε τα αγγλικά στρατεύματα, αλλά και επιπρόσθετα διότι εμφανώς επρόκειτο περί εξοπλισμένου πλοίου.

Διότι όχι μόνο αυτό αλλά όλα τα εμπορικά ατμόπλοια των Άγγλων, έφεραν πάνω τους περιορισμένα όπλα προστασίας από εχθρική επίθεση.

Ο πλοίαρχος όμως του «ΣΑΜΙΡ» καλύφθηκε πλήρως από τις ίδιες τις ελληνικές αρχές, που απάντησαν στις γερμανικές διαμαρτυρίες, αποστέλλοντας την ίδια την επιστολή του, που έγραφε ότι στις 2 Αυγούστου 1940 το πλοίο αναγκάστηκε να καταπλεύσει στο λιμάνι του Πειραιά, λόγω ανωτέρας ανάγκης καθώς βόρεια των Σποράδων υποβρύχια άγνωστης ταυτότητας επιχείρησαν να το σταματήσουν.

Έκτοτε ο πλοίαρχος ταξίδευε μόνο νυχτερινές ώρες και στην προσπάθειά του να διαφύγει, αναζήτησε προστασία στο λιμάνι του Πειραιά.

Εξέφρασε στον Λιμενάρχη Πειραιώς το φόβο ότι αν εξερχόταν του λιμένος με κατεύθυνση την Κρήτη αρχικά (και τις ακτές της Βορείου Αφρικής στη συνέχεια), θα έπεφτε θύμα των υποβρυχίων που των καταδίωκαν (αν και δεν προσδιόρισε ταυτότητα για αυτά, εννοούσε ξεκάθαρα ότι ήταν γερμανικά).

Ο Λιμενάρχης Πειραιώς σε επικοινωνία φυσικά με το Υπουργείο Ναυτικών έδωσε προθεσμία στον πλοίαρχο του «ΣΑΜΙΡ» για την αποχώρησή του, μέχρι τα ξημερώματα στις 02.00’ ώρας, διαφορετικά οι ελληνικές αρχές θα προέβαιναν σε κατάσχεση του φορτίου και του πλοίου. Όμως δεν ενδιέφερε τους Γερμανούς η αποχώρηση του ατμόπλοιου, αλλά η ευκαιρία που τους προσέφερε η άφιξή του στην Ελλάδα, για να εμπλέξουν τη χώρα σε πολεμική δίνη.

Την επιχείρηση κατεύθυνε από το Βερολίνο ο ναύαρχος Φον Κανάρης, αρχηγός της Υπηρεσίας Αντικατασκοπείας (Abwehr) του γερμανικού Γενικού Επιτελείου.

Ήδη την επομένη της άφιξης του ατμόπλοιου, στις 3 Αυγούστου 1940, έφτασε στην Ελλάδα ένα γερμανικό επιβατικό αεροπλάνο της Λουφτχάνσα, με προγραμματισμένο τακτικό δρομολόγιο της γραμμής, από το οποίο εξήλθαν δύο άνδρες εφοδιασμένοι με τσεχοσλοβάκικα διαβατήρια εμφανιζόμενοι ως έμποροι λαδιού που ήρθαν να αγοράσουν το ελληνικό λάδι.

Επρόκειτο για Γερμανούς δεξιοτέχνες στο ναυτικό σαμποτάζ, που ανήκαν στην ειδική ομάδα «ΙΙ Μ» που είχε έδρα στο Αμβούργο.

Η παρακολούθηση αυτών των δύο δήθεν λαδέμπορων ανατέθηκε στην υπηρεσία αλλοδαπών Πειραιώς της τότε Αστυνομίας Πόλεων. Μετά τον πόλεμο η αναφορά των ανδρών που ανέλαβαν την παρακολούθηση των δύο Γερμανών σαμποτέρ, δημοσιεύθηκε στο περιοδικό της Αστυνομίας Πόλεων με τίτλο «Αστυνομικά Χρονικά» (τ. 197, 1 Αυγούστου 1961) και από εκεί έγινε γνωστή η συνέχεια.

Σύμφωνα λοιπόν με την έκθεση της Αστυνομίας Πόλεων οι διαταγές που είχαν οι δύο Γερμανοί ήταν να ανατινάξουν το ατμόπλοιο στο λιμάνι του Πειραιά με τη χρήση των λεγόμενων «χελωνών» που μετέφεραν με στο αεροπλάνο.

Επρόκειτο για ωρολογιακές βόμβες μεγέθους πορτοκαλιού, που συνήθως τοποθετούσαν ανάμεσα στα κάρβουνα του ατμόπλοιου και ήταν δυσδιάκριτες. Τέτοιες βόμβες τύπου «χελώνας» κυκλοφορούσαν και σε πιο προηγμένη μορφή καθώς ήταν μαγνητικές και τις κολλούσαν στα πλευρά του πλοίου.

Η ενημέρωση του Φον Κανάρη για την εξέλιξη της επιχείρησης γινόταν απευθείας με ασύρματο από τους Γερμανούς «λαδέμπορους».

Οι διάλογοι που γίνονταν ήταν συνθηματικοί και η παρακολούθηση της κατέγραψε άσχετες συνομιλίες που όμως όταν αποκωδικοποιήθηκαν, έδιναν το σύνθημα περί καταστροφής του πλοίου και κήρυξης πολέμου.

Την ίδια ώρα η προθεσμία των ελληνικών αρχών προς τον καπετάνιο του «ΣΑΜΙΡ» εξέπνεε. Ύστερα από τέσσερις ημέρες συνολικής παραμονής, το «ΣΑΜΡΙ» αναχώρησε από το λιμάνι του Πειραιά, αλλά κατέπλευσε στο διπλανό λιμάνι του Αγίου Γεωργίου Κερατσινίου!

Τότε οι Γερμανοί έκριναν ότι ήταν πρόσφορο το έδαφος για να δράσουν. Για το σκοπό αυτό αναζήτησαν Έλληνες συνεργάτες οι οποίοι ήταν ο Τάκης Ξανθόπουλος (μηχανικός) και ο Γιώργος Αδαμόπουλος ιδιαιτέρως επώνυμος Πειραιώτης καθώς ήταν ο ιδιοκτήτης αναψυκτήριου στην Ακτή του Παρασκευά κοντά στην Πλατεία Αλεξάνδρας.

Ο Αδαμόπουλος εκτός από τα παραθαλάσσια τραπέζια, διέθετε προς ενοικίαση και καμπίνες για τους λουόμενους.

Ήταν δε τόσο γνωστός ώστε η ακτή δίπλα από το κέντρο του Παρασκευά να γίνει γνωστή ως τα «λουτρά του Αδαμόπουλου», ονομασία που διατηρείται σε μεγάλο βαθμό μέχρι και τις μέρες μας. Οι περισσότεροι Πειραιώτες φυσικά αγνοούν το ρόλο αυτού του ανθρώπου. Επιπρόσθετα ο Αδαμόπουλος εκτός από συνεργάτης είχε συλληφθεί πολλές φορές από την Αστυνομία και για εμπορία ναρκωτικών ουσιών.

Παραλία και ταβέρνα Αδαμόπουλου. Ο Γιώργος Αδαμόπουλος, επώνυμος Πειραιώτης και ιδιοκτήτης αναψυκτηρίου στην Ακτή Κουντουριώτη κοντά στην Πλατεία Αλεξάνδρας. Ο Αδαμόπουλος εκτός από τα παραθαλάσσια τραπέζια, διέθετε προς ενοικίαση και καμπίνες για τους λουόμενους. Ενεπλάκη στην υπόθεση ΣΑΜΙΡ (Πηγή: Αρχείο Στέφανου Μίλεση)

Στις 4 Αυγούστου προδότες και σαμποτέρ συναντήθηκαν στο αναψυκτήριο του Αδαμόπουλου όπου κατέστρωσαν τα σχέδια ανατίναξης του πλοίου. Η μια εκδοχή προέβλεπε την ενοικίαση τρεχαντηριού, στο οποίο θα επέβαιναν οι δύο σαμποτέρ.

Μόλις αυτό θα έφτανε έξω από το λιμανάκι του Αγίου Γεωργίου οι δύο σαμποτέρ θα πηδούσαν και κολυμπώντας μια απόσταση περίπου 300 μέτρων θα έφταναν στο πλοίο, θα τοποθετούσαν τις μαγνητικές χελώνες και θα επέστεφαν στο καΐκι.

Το δεύτερο σχέδιο που προτάθηκε ήταν να «επιστρατεύσουν» και τον τροφοδότη καυσίμων του πλοίου (ναυτικό πράκτορα).

Όταν θα γινόταν η τροφοδοσία, το κάρβουνο θα εμπεριείχε και τις “χελώνες” που δεν ξεχώριζαν από αυτό.

Μόλις αυτές θα ρίχνονταν στη μηχανή από το φτυάρισμα των θερμαστών, θα προκαλούσαν μεγάλη έκρηξη και την καταβύθιση του πλοίου.

Ορίστηκε ημερομηνία δράσης να είναι η 6η Αυγούστου 1940. Αποθήκευσαν τις βόμβες τύπου «χελώνας» εντός του κέντρου του Αδαμόπουλου και αναχώρησαν. Όμως μετά την απομάκρυνση από το κέντρο, καθώς η υπηρεσία Αλλοδαπών τους παρακολουθούσε, έγινε εξονυχιστικός έλεγχος και τα εκρηκτικά βρέθηκαν και κατασχέθηκαν.

Έτσι ματαιώθηκε το σχέδιο.

Συγκεκριμένα τα εκρηκτικά βρέθηκαν θαμμένα στην άμμο κάτω από το δάπεδο των καμπινών των λουτρών του Αδαμόπουλου. Στη συνέχεια φυσικά ακολούθησε η σύλληψη των αυτουργών και των συνεργών της απόπειρας. Τους δύο Γερμανούς τους συνέλαβαν σε ενοικιασμένη βίλλα στο Καλαμάκι. Επενέβη όμως η Γερμανική πρεσβεία της Αθήνας και αφέθηκαν ελεύθεροι.

Ακολούθησαν τα γεγονότα του πολέμου και της γερμανικής κατοχής. Οι Γερμανοί αμέσως μετά την εγκατάστασή τους στον Πειραιά το πρώτο που έκαναν ήταν να αποφυλακίσουν τους δύο Έλληνες συνεργάτες τους. Οι δύο συνεργάτες των Γερμανών Αδαμόπουλος και Ξανθόπουλος είχαν στρατευτεί από τους ναζιστές από τον Γενικό Γραμματέα της Γερμανικής Πρεσβείας στην Αθήνα Αρθούρο Ζάιτς.

Ο τελευταίος, άγνωστο για ποιο λόγο, βρέθηκε τον Ιούνιο του 1945 στην Ελλάδα μέσω του Διεθνούς τμήματος του Ερυθρού Σταυρού με ψευδώνυμο. Ανακαλύφθηκε όμως από το Αλλοδαπών Πειραιώς και παραπέμφθηκε στο διαρκές στρατοδικείο Αθήνας με την κατηγορία της κατασκοπείας και αντεθνικής δράσης από όπου καταδικάστηκε σε 10ετή κάθειρξη.

Οι δύο Έλληνες συνεργάτες Αδαμόπουλος και Ξανθόπουλος καταδικάστηκαν σε ισόβια από το δικαστήριο δωσίλογων. Αγνοώ αν εκτέλεσαν την ποινή που τους επιβλήθηκε μέχρι πέρατος ή αν μετά την παρέλευση λίγων μηνών αφέθηκαν ελεύθεροι, όπως συνήθως συνέβαινε με τους δωσίλογους την εποχή εκείνη.

Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr